Ο άνθρωπος στην εξελικτική του πορεία περνάει διάφορα στάδια. Ένα πολύ σημαντικό στάδιο είναι η εφηβεία, όπου γίνονται ιδιαίτερα σημαντικές αλλαγές σε συναισθηματικό, σωματικό και ψυχικό επίπεδο. Η φυσιολογική εκδήλωση της εφηβείας θα επιτρέψει στο άτομο να μπει με τα σωστά εφόδια στην ενήλικη ώριμη φάση της ζωής του.
Οι γονείς κερδίζουν πολλά από την επαφή τους με το έφηβο παιδί τους, κάτι που θα περιγράψω στην συνέχεια. Από την άλλη χωρίς την αμφισβήτηση της εφηβείας δεν θα ήταν δυνατή η εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Η εφηβεία αποτελεί λοιπόν μία αναγκαία συνθήκη, που η ίδια η Φύση – ο Θεός, έχει προνοήσει και αποτελεί το μέλλον και την προοπτική του ανθρώπου για ένα καλύτερο αύριο.
Τι είναι λοιπόν η εφηβεία:
Είναι η περίοδος της ζωής που ξεκινά μετά τα έντεκα στο παιδί και αρχίζει ενεργά να απομακρύνεται από την οικογένεια, δοκιμάζοντας τις δικές του δυνάμεις, με την όποια πραγματικότητα το περιβάλλει. Η εφηβεία τελειώνει όταν το παιδί έχει πετύχει την ψυχολογική του ανεξαρτησία από τους γονείς του και έχει πλέον φτιάξει μία σχέση βασισμένη στην ισότητα και τον αμοιβαίο σεβασμό μαζί τους. Έχει φτιάξει την προσωπική του ταυτότητα, που περιλαμβάνει το δικό του σύστημα ηθικών αξιών, όχι πολύ διαφορετικό από εκείνο του οικογενειακού του περιβάλλοντος, καθώς και την αφοσίωση του στην εργασία που έχει επιλέξει.
Η προσπάθεια του παιδιού για απομάκρυνση από τους γονείς του, του δημιουργεί αισθήματα ανασφάλειας που με την σειρά τους προκαλούν φόβο, ευερεθιστότητα, εκνευρισμό, αντιπαράθεση.
Σε σωματικό επίπεδο υπάρχουν ορμονικές αλλαγές που προκαλούν αυξημένη σεξουαλική αντίδραση με ανάλογη ψυχολογική ευαισθησία. Στα κορίτσια παρουσιάζεται η έμμηνος ρύση, η αύξηση του μαστού, ενώ στα αγόρια η αύξηση του πέους με την εκσπερμάτιση και τριχοφυΐα.
Κατά την εφηβεία μπορεί να αναπτυχθεί το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, όπου σεξουαλικού τύπου φαντασιώσεις και συναισθήματα εστιάζονται στο γονιό του αντίθετου φύλου.
Συνήθως ολοκληρώνεται η εφηβεία στο 18 έτος της ηλικίας όπου ο έφηβος πλέον έχει αναπτύξει ένα αίσθημα ευθύνης και αυτοπεποίθησης.
Θέση και στάση του γονέα προς τον έφηβο:
Οι γονείς καλούνται πλέον να αποδεχτούν ότι χάνουν τον έλεγχο που εξασκούσαν στα παιδιά τους μέχρι τότε. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουν ότι τα παιδιά δεν είναι ιδιοκτησία τους και είναι ελεύθερα να επιλέξουν τον τρόπο ζωής τους. Ούτε είναι μία επένδυση, όπως κάποιοι νομίζουν, για να τους φροντίσουν στα γεράματά τους.
Σ’ αυτήν την μεταβατική περίοδο των παιδιών, οι γονείς οφείλουν να βρουν ένα καινούργιο τρόπο στο να είναι παρόντες στην ζωή των παιδιών τους, δίχως όμως να τους επιβάλλονται. Ο σεβασμός στην ελευθερία του έφηβου δεν σημαίνει έλλειψη ενδιαφέροντος. Η παρουσία του γονέα είναι αναγκαία και ουσιαστική βάζοντας κάποια ουσιαστικά όρια στο παιδί του. Όρια που να έχουν νόημα και να απορρέουν από γενικές αρχές, στις οποίες όλοι μας υποτασσόμαστε.
Τα όρια αυτά δεν θα μπαίνουν από τον αυταρχισμό, την ισχυρογνωμοσύνη και τον εγωισμό του γονέα, ούτε από τον υπερβολικό φόβο και ανασφάλεια του. Ούτε από μια δυσκολία του στο να επιτρέψει το μεγάλωμα του παιδιού του.
Συχνή και αναμενόμενη είναι η αντίδραση του έφηβου στα όρια που του θέτει ο γονιός. Αν όμως αυτά τα όρια δικαιολογούνται με επιχειρήματα και είναι επενδυμένα με ένα συναίσθημα ειλικρινούς νοιαξίματος, στο τέλος γίνονται αποδεκτά από το παιδί.
Από την πλευρά του ο γονιός καλείται να δείξει μία συνέπεια μεταξύ των όσων λέει και όσων κάνει, ώστε να υπηρετούν τους ίδιους κανόνες της ζωής. Ειδάλλως φαίνεται αναξιόπιστος στα μάτια του έφηβου. Οι γονείς δεν πρέπει να ξεχνούν ότι το παιδί τους, έχει έντονα την ανάγκη να νιώθει υπερήφανο γι’ αυτούς.
Ο γονιός που βάζει κάποια όρια και κανόνες στο παιδί του, πρέπει να είναι έτοιμος να ανεχθεί τις κριτικές και διαμαρτυρίες του έφηβου. Αυτή είναι η «δημοκρατία στην οικογένεια» που μπορεί να κουράζει τον γονιό αλλά εκπαιδεύει το παιδί. Εξ άλλου μην ξεχνάμε ότι την ευθύνη για τους κανόνες του σπιτιού, που δημιούργησαν οι γονείς, την έχουν οι ίδιοι οι γονείς. Μέσα από αυτήν την στάση του γονέα, ο έφηβος αντιλαμβάνεται ότι ο γονιός τον ακούει και τον σέβεται αλλά δεν συμφωνεί. Σε αντίθεση με τον γονιό που αρνείται να συζητήσει το θέμα, όπου τα παιδιά νιώθουν ότι αντιμετωπίζονται σαν ιδιαίτερα ανώριμα. Αυτό τους ωθεί στο να επαναστατήσουν.
Τότε είναι χρήσιμο να αναλάβει την επικοινωνία με τον έφηβο ο πιο ψύχραιμος, ξεκούραστος, γονιός και όχι αυτός που ψυχρά επιβάλλεται.
Το να δεχτεί ο γονιός να κάνει πίσω από την ισχύ που έχει, ενώ ταυτόχρονα βάζει τα όριά του, φαίνεται σαν αντίφαση. Δεν είναι όμως έτσι, διότι ο γονιός φαίνεται ότι δεν είναι άκαμπτος και απόλυτος.
Υπάρχουν γονείς που πιστεύουν ότι πρέπει να αφήσουν τα έφηβα παιδιά τους, εντελώς ελεύθερα να κάνουν τις όποιες επιλογές τους και να αναλάβουν το κόστος αυτών των επιλογών τους. Η διαφορετικότητα με τον γονιό που συζητά με το παιδί του, είναι ότι ενώ σέβεται την άποψη του παιδιού, ταυτόχρονα το βοηθά να κατανοήσει.
Έτσι φτιάχνεται μια ξεχωριστή σχέση μεταξύ γονιού και εφήβου, που στα δύσκολα θα ζητήσει την γνώμη του γονιού του, δίχως όμως αυτό να σημαίνει την μείωση της αυτοεκτίμησής του.
Μέσα από αυτήν την σχέση που καλλιεργείται μεταξύ των δύο, ο γονιός συχνά αναθεωρεί κάποιες απόψεις του, καθότι τίποτα δεν είναι στατικό και τα πάντα εξελίσσονται. Είναι το δώρο που του κάνει η σχέση με το έφηβο παιδί του.
Σπύρος Μεταξάς Ψυχίατρος – Ψυχοθεραπευτής