Η ενεργητική ακρόαση είναι ένας σύμπλοκος, πολυαισθητηριακός μηχανισμός που είναι αναγκαίος στην ουσιαστική και χωρίς συγκρούσεις επικοινωνία με τους άλλους, καθ΄ ότι επιτυγχάνεται ένας βαθμός συντονισμού.
Υπάρχουν άτομα που έχουν αναπτύξει αυτήν τη δεξιότητα λόγω επαγγέλματος, όπως για παράδειγμα οι ψυχοθεραπευτές, οι ιερείς, οι δημοσιογράφοι.
Συχνά όμως αντί να εστιάσουμε στο τι ακριβώς μάς λέγεται από αυτόν με τον οποίο συνομιλούμε, σκεπτόμαστε στο τι θα του απαντήσω, ή το τι να σκέπτεται ο συνομιλητής για μας. Για να είναι επιτυχημένος ένας διάλογος, στο κομμάτι που μάς αναλογεί, έχουμε την ευθύνη να ακούμε ουσιαστικά τον άλλο, αλλά ταυτόχρονα να έχουμε την επίγνωση ότι και ο άλλος μάς ακούει.
Υπάρχουν όμως και διαφορές στον τρόπο επεξεργασίας των ακουστικών ερεθισμάτων. Συγκεκριμένα, ότι ακούμε από το δεξί αυτί μας, απευθύνεται στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου μας όπου υπάρχει η περιοχή Wernicke και είναι υπεύθυνη για την κατανόηση των όσων μάς λέγονται. (Αυτό για τους δεξιόχειρες). Αντιθέτως το αριστερό αυτί είναι πιο εξειδικευμένο στο να αφουγκράζεται τη συναισθηματική επένδυση των όσων μάς λέγονται.
Αλλά ας αναλογιστούμε τι μάς συμβαίνει όταν ακούμε χωρίς την ενεργητική ακρόαση. Σαφώς και ισχυριζόμαστε ότι εκείνη τη στιγμή ακούμε τον άλλο, αλλά μάλλον ακούμε τους φόβους μας, τον θυμό μας, δίχως την ανάλογη αυτοεπίγνωση και έτσι οδηγούμαστε σε μία δυσκολία στο να ακούσουμε τον άλλο με συνεπακόλουθο να μην επικοινωνούμε ουσιαστικά.
Στις περιπτώσεις που διαφωνούμε με τον άλλο, είναι γιατί αυτό που εγώ γνωρίζω είναι διαφορετικό από αυτό που γνωρίζει ο άλλος. Έχει κάθε δικαίωμα ο άλλος στη διαφορετική άποψη, αρκεί να μάς επιτρέψει ο εγωισμός μας να τον ακούσουμε ενεργητικά στα πλαίσια της αμοιβαιότητας πάντα, διότι έτσι μπορεί να ανοίξει ο πνευματικός μας ορίζοντας και η διαφωνία να αποδειχτεί ως μία ευκαιρία για τη συνεξέλιξη μας και όχι μία στείρα σύγκρουση.
Πολύ χρήσιμο στην επικοινωνία είναι να επαναλαμβάνω αυτό που εγώ άκουσα από τα λεγόμενα του άλλου, ώστε να είμαι σίγουρος ότι σωστά τα αντιλήφθηκα και ότι ο άλλος σωστά μου μετέδωσε τον συλλογισμό του.
Ας μην ξεχνάμε ότι η διαφωνία με τον άλλο, είναι μία μοναδική ευκαιρία στο να δούμε με νέα ματιά τα γεγονότα, πιο εμπλουτισμένη. Δεν τίθεται το θέμα ότι εγώ γνωρίζω και ο άλλος δεν γνωρίζει, αλλά ότι γνωρίζουμε διαφορετικά πράγματα και με την προϋπόθεση ότι αντιμετωπίζουμε τον άλλο ισότιμα.
Ας μην ξεχνάμε ότι όλοι μας έχουμε την ανάγκη να ακουγόμαστε, γιατί μέσα από αυτήν τη διαδικασία αισθανόμαστε ότι μας κατανοούν, μας αποδέχονται και νιώθουμε ένα είδος αναγνώρισης σαν άτομα που τελικά αξίζουμε την προσοχή του άλλου. Σε αντίθεση που όταν παύουμε να ακούμε τον άλλο του δημιουργείται ένας απίστευτος ψυχικός πόνος. Ας έχουμε όμως και την επίγνωση ότι όταν ακούμε ενεργητικά τον άλλο, νιώθουμε και πιο κοντά του, ιδιαίτερα τώρα που η μοναξιά κυριαρχεί στον σύγχρονο τρόπο ζωής και αυτό έχει μια καταπραϋντική δράση στον ψυχισμό μας.
Γεγονός είναι ότι για την ενεργητική ακρόαση απαιτείται και ο ανάλογος χρόνος. Αυτό γιατί ζούμε σε μία εποχή που όλα γύρω μας κινούνται με ξέφρενους ρυθμούς και δεχόμαστε πληθώρα πληροφοριών. Έτσι απαιτείται να έχουμε την ανάλογη επίγνωση, ειδ’ άλλως το κόστος θα είναι μεγάλο για μας. Η ενεργητική ακρόαση είναι μια διαδικασία ιδιαίτερα απαιτητική όσο αφορά το κομμάτι το γνωστικό και το συναισθηματικό και γι’ αυτό είναι φορές που απαιτούνται διαλείμματα σιωπής.
Η συνεχής επαφή με τον συναισθηματικό μας κόσμο και με επίγνωση, λειτουργεί βοηθητικά για μια ενεργητική ακρόαση. Σίγουρα μέσα μας υπάρχουν «πολλές φωνούλες» που θέλουν να ακουστούν. Σε μάς εναπόκειται πια θα ακουστεί και σε πιο βαθμό ώστε να υπηρετεί μια ουσιαστική και ισότιμη επικοινωνία με τον συνομιλητή μας.
Για παράδειγμα η φωνή εκείνη που εκφράζει τον θυμό μας, είναι πολύ χρήσιμη γιατί μάς φέρνει σε επαφή με τον εσωτερικό μας ψυχικό πόνο. Είναι όμως χρήσιμη στο να εκφραστεί, μόνο εφ’ όσον έχουμε την ανάλογη επίγνωση, ώστε να μην εκφραστεί με τρόπο παρορμητικό και καταστροφικό για την ίδια την επικοινωνία. Στην προσπάθειά μας να επικοινωνήσουμε με άτομα που μπορεί να βρίσκονται σε απόγνωση εκείνη τη στιγμή, καλό είναι να τους συναισθανθούμε και να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τι ακριβώς βιώνουν πίσω από τις λέξεις που χρησιμοποιούν. Έτσι θα τους δοθεί ο απαραίτητος χρόνος ώστε να ηρεμήσουν και νιώθοντας την αποδοχή, να εκφράσουν πολύ καλύτερα το αδιέξοδο τους.
Πολύ βοηθητικό είναι όταν αναγνωρίζουμε τη δυσκολία στην επικοινωνία, να κάνουμε ερωτήσεις που βοηθούν τον συνομιλητή μας να αποσαφηνίσει αυτό που θέλει να μάς επικοινωνήσει. Σε αντίθεση με τις ερωτήσεις που πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγονται και που έχουν τη χροιά των συστάσεων, ή καμουφλαρισμένης κριτικής.
Ολοκληρώνοντας αυτό το άρθρο θα ήθελα να επισημάνω πόσο σημαντικό είναι στο να εξασκηθούμε όλοι μας στην ενεργητική ακρόαση, εάν θέλουμε να επιτύχουμε μια ουσιαστική επικοινωνία με τον συνομιλητή μας και για ένα καλύτερο αύριο.
Σπύρος Μεταξάς Ψυχίατρος – Ψυχοθεραπευτής